Το κέντρο των πόλεων είναι η ανάσα τους. Ο τόπος όπου συγκεντρώνονται ζωτικές λειτουργίες – επιχειρηματικότητα, εμπόριο, σπουδές, διασκέδαση. Η ζωή και η κατάσταση στο κέντρο λέει πολλά για τις πόλεις. Σε όλο τον κόσμο.

Από την άποψη αυτή, η εικόνα του αθηναϊκού κέντρου είναι δυσοίωνη. Περπατάς και σε πιάνει η ψυχή σου, με τους χιλιομπαλωμένους δρόμους, τα διαλυμένα πεζοδρόμια, τους πεζοδρόμους που χρησιμοποιούνται ως πάρκινγκ, τα χιλιάδες άσχημα γκραφίτι που ρυπαίνουν τους τοίχους και τα (ευτυχώς λίγα) επαγγελματικά γκραφίτι σε κτίσματα που κι αυτά ρυπαίνουν τον δημόσιο χώρο. Και μαζί, τα αυτοκίνητα που παραβιάζουν σηματοδότες, τα φορτηγάκια της τροφοδοσίας, τα μηχανάκια που κόβουν δρόμο από τα πεζοδρόμια, τα τραπεζοκαθίσματα που αποκλείουν τους πεζούς από τα πεζοδρόμια στις «καλές» γειτονιές (ακόμα και στο Κολωνάκι), τις διαδηλώσεις που συνεχίζουν να διαλύουν την κίνηση… Αλλά υπάρχει ένα σοβαρότερο πρόβλημα: η πόλη σαν να μην έχει παρελθόν.

Μου έκαναν μεγάλη εντύπωση οι χθεσινές αντιδράσεις των αναγνωστών για το σημείωμα με θέμα την κλεμμένη από χρόνια ορειχάλκινη προτομή του Αγγελου Τερζάκη, στο κέντρο της Αθήνας, πίσω από το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων. Κατανοώ το γιατί. Δεν είναι επειδή η πρωτεύουσα έχει γίνει σαφώς χειρότερη απ’ ό,τι ήταν πριν από τη χρεοκοπία. Είναι επειδή όλες οι παρεμβάσεις, είτε ευπρεπισμού είτε σύλησης από άτομα, ομάδες και συλλογικότητες, κατατείνουν στο ίδιο αποτέλεσμα: στο εδώ και το τώρα. Η ιστορικότητα της πόλης, τα κτίριά της, τα σήματα κατατεθέντα έστω μιας φαντασιακής αίγλης, όλα έχουν πεταχτεί σε μια χοάνη λήθης. Τα κτίρια, τα μαγαζιά, τα αγάλματα, τα καφενεία, όλα όσα τελειώνουν, πολλά απ’ αυτά βίαια, αντικαθίστανται από κάτι νέο που αδιαφορεί για ό,τι παλιό υπήρχε… Ή δεν αντικαθίστανται από τίποτα, μένει απλώς να κραυγάζει το κενό.

Οι μόνοι που κάπως αντιστέκονται στη λήθη αυτή είναι κάποιοι αριστεροί, προφανώς για κάποια σήματα που θεωρούν συνδεδεμένα με τις δικές τους ιδεολογικές αναγνώσεις, το δικό τους ιστορικό παρελθόν. Τα υπόλοιπα ας βουλιάξουν.

Πουθενά στον κόσμο δεν έχω δει αυτό το μακελειό της μνήμης. Αυτής της συνειδητής διαγραφής του πρόσφατου και του λιγότερου πρόσφατου παρελθόντος. Το τι σημαίνει αυτή η πρακτική για το κράτος το ξέρουμε: ό,τι δεν είναι αρχαίο είναι μειωμένου ενδιαφέροντος. Θυμάστε την γκρίνια αυτών των σελίδων για την περίφημη Τριλογία της οδού Πανεπιστημίου, με αφορμή ένα άγαλμα που είχε καταστραφεί; Πέρασε πολύς χρόνος για να ευαισθητοποιηθεί το υπουργείο Παιδείας, που ουσιαστικά έκανε δώρο στο αδιάφορο Πανεπιστήμιο Αθηνών την επισκευή του.

Μην πείτε ότι φταίει η εξουσία. Είδαμε και τους αντιεξουσιαστές. Στα Εξάρχεια, την ελευθεριακότητα των οποίων επικαλούνται διάφοροι που, μαζί με την ανομία, τα έχουν πνίξει και στην ασχήμια, δεν έχει μείνει σήμα αναφοράς – αφού τα πάντα βρωμίζουν από αφίσες και σπρέι γκραφιτάδων. Υποτίθεται ότι τα γκραφίτι είναι το σήμα της αναρχίας κατά του εξευγενισμού – αλλά στην πραγματικότητα είναι η βρωμιά και η λήθη, η λούμπεν επίθεση κατά του πολιτισμού.

Γιατί συμβαίνει αυτό; Εχω μια εξήγηση: είναι το αποτέλεσμα της κοινωνίας που χτίσαμε τα χρόνια μετά το 1980, τα χρόνια που η στέρεη γνώση των σχολείων και των πανεπιστημίων έδωσε τη θέση της στο πασάλειμμα και στην άγνοια συστατικών μιας εθνικής ταυτότητας. Η παράδοση είναι πλέον ολική επειδή, μαζί με τους πολίτες, στην ίδια κατάσταση βρίσκονται στη συντριπτική πλειονότητά τους και οι πολιτικοί. Κάπως έτσι, οι πόλεις γίνονται τουριστικές Ντίσνεϊλαντ – συγκεντρώσεις ανθρώπων χωρίς μνήμες, αναφορές, κουλτούρα. Χαμένες υποθέσεις.