Περιπατώντας τη δεκαετία του 1980 σε μονοπάτι της Μονής Σταυρονικήτα, ο γέροντας Βασίλειος μας είχε μιλήσει για τη σημασία της πνευματικής διάκρισης ως ύψιστης αρετής. Η εποχή τότε ακόμη βρισκόταν σε επίπεδο αναλογικής (analog) τεχνολογίας, περιοριζόταν δηλαδή σε συστήματα που λαμβάνουν συνεχώς μεταβαλλόμενα σήματα, σε αντίθεση με τη σύγχρονη ψηφιακή (digital) τεχνολογία, που χρησιμοποιεί κυρίως διακριτές τιμές (0 και 1). Τα αναλογικά συστήματα αναπαριστούν πληροφορίες μέσω συνεχών αλλαγών σε μια φυσική ιδιότητα, όπως η πίεση ή η τάση, και η έξοδος είναι ανάλογη της εισόδου. Τέτοια παραδείγματα αποτελούν τα αναλογικά ρολόγια, οι δίσκοι βινυλίου και παλαιότερες συσκευές ήχου. Φαίνεται ότι η παλιρροϊκή διόγκωση της πληροφορίας, που πλημμυρίζει με τρόπο ωκεάνιο την ψηφιακή εποχή, ανέδειξε τη σημασία τής απολύτως κρίσιμης και χρήσιμης διάκρισης μεταξύ ουσίας και μπούρδας. Εάν δεν διαθέτουμε ένα τέτοιο κριτικό εργαλείο, θα χάνουμε χρόνο με καθετί παχύρρευστο που θα μας παραπλανά σε ανόητες εκτιμήσεις. Πώς να διακρίνουμε τα ουσιαστικά χαρακτηριστικά ενός πράγματος και ενός ανθρώπου βεβαίως;
Ουσιώδης είναι μια ιδιότητα ενός αντικειμένου που πρέπει να έχει, ενώ τυχαία είναι κάποια ιδιότητα που συμβαίνει να διαθέτει, αλλά θα μπορούσε και να λείπει. Αυτή, λοιπόν, ας την ονομάσουμε δυνητική, καθώς πρόκειται για ιδιότητα που εξηγεί την έννοια με όρους δυνατότητας ή αναγκαιότητας. Στη φιλοσοφία, βασικές ιδιότητες είναι οι ουσιώδεις, δηλαδή αυτές τις οποίες πρέπει να διαθέτει εγγενώς κάποιο ον για να είναι αυτό που είναι, ενώ οι δυνητικές ιδιότητες είναι τυχαίες, δηλαδή κάποιες που θα μπορούσαν να του λείπουν και να εξακολουθεί να είναι το ίδιο πράγμα. Ενας άνθρωπος δεν θα μπορούσε να μην είναι άνθρωπος, διότι το χαρακτηριστικό τού να είσαι άνθρωπος είναι ουσιώδης ιδιότητα για κάθε ανθρώπινο ον. Ωστόσο, ο τάδε, ακόμη κι αν παίζει κιθάρα, θα μπορούσε να μη διαθέτει αυτή την ιδιότητα· συνεπώς, το να είναι κάποιος κιθαριστής αποτελεί δυνητική ιδιότητα του τάδε ανθρώπου. Στην εκπαίδευση οι βασικές απαιτήσεις ενός μαθήματος ή προγράμματος σπουδών είναι οι ουσιώδεις γνώσεις και δεξιότητες που πρέπει να αποκτηθούν για την επίτευξη των μαθησιακών στόχων. Η διάκριση μεταξύ ουσιωδών και δυνητικών (ή τυχαίων) ιδιοτήτων θεωρείται απαραίτητη στην αναλυτική φιλοσοφία κατά τον 20ό αι. και εξετάζεται ενδελεχώς στα δοκίμια Modalities (Oxford, 1993) της Ρουθ Μπάρκαν Μάρκους (1921-2012) και Naming and Necessity (Harvard, 1972) του Σολ Κρίπκε (1940-2022).
Το «ουσιώδες» αναφέρεται σε κάτι θεμελιώδες, κρίσιμο ή απαραίτητο, ενώ το «σημαντικό» υποδεικνύει ότι κάτι είναι χρήσιμο· το «απαραίτητο» παραπέμπει σε κάτι αναγκαίο. Με άλλα λόγια, το ουσιώδες αφορά χαρακτηριστικά που είναι απολύτως απαραίτητα για να υπάρχει, να λειτουργεί ή να είναι κάτι πλήρες. Το νερό, λόγου χάρη, αποτελεί προϋπόθεση της ανθρώπινης επιβίωσης και το οξυγόνο είναι απαραίτητο συστατικό για την καύση. Το σημαντικό επισημαίνει την αξία κάποιου πράγματος, αλλά δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είναι ζωτικής σημασίας. Η συμμετοχή κάποιου σε μια συνάντηση μπορεί να είναι σημαντική, αλλά όχι απαραίτητη. Το απαραίτητο μας λέει πως κάτι είναι αναγκαίο συχνά για έναν συγκεκριμένο σκοπό. Για παράδειγμα, η κατοχή άδειας οδήγησης είναι απαραίτητη για τη νόμιμη οδήγηση ενός αυτοκινήτου.
Ζούμε σε μια εποχή ανοχής της ανοησίας σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι έξυπνοι άνθρωποι απαγορεύεται να εκφράζονται για να μην προσβάλλουν τους βλάκες. Πώς να διδάξεις στα παιδιά να εμβολιάζουν με νόημα τον βίο τους αναζητώντας την ουσία στις πράξεις τους, ώστε η ζωή τους να μη γίνει ξένη και φορτική; Θεωρώ πολύτιμη την πρόταση να είναι πολύ επιλεκτικά με τις συναναστροφές τους. Θεωρώ ανεκτίμητη την επιλογή να κοπιάζουν οι νέοι, όποτε μπορούν, για ένα μεροκάματο. Η ασφαλής διέλευση στα θολά νερά της μεταμοντέρνας εννοιολογικής και αξιακής σύγχυσης των πάντων αποτελεί δύσκολο εγχείρημα ζωής, καθώς όλοι πλέον πορευόμαστε σε ένα αδιαφανές και αβέβαιο μέλλον, καθώς η τεχνολογία ανεβάζει διαρκώς τον βαθμό περιπλοκότητας, άρα και δυσκολίας, σε αυτή την άσκηση.