Αναρωτιέται κανείς πώς εξηγούνται βασικές επιλογές της κυβέρνησης του κ. Μητσοτάκη στην εξωτερική πολιτική. Η αποχή και η καταψήφιση των ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών για την κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας για την αποτροπή της λιμοκτονίας των Παλαιστινίων, την άσκηση πίεσης στο Ισραήλ μέσω της αναθεώρησης των εμπορικών του σχέσεων με την Ευρώπη. Η σιωπή για τη γενοκτονία και την εθνοκάθαρση. Η όλο και μεγαλύτερη εμπλοκή της χώρας στον πόλεμο της Ουκρανίας. Ο συνεχής κατευνασμός της τουρκικής επιθετικότητας, σε σημείο η χώρα μας να ζητά, πρακτικά, την άδεια της Αγκυρας για την άσκηση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων στο Αιγαίο. Η ατολμία του Πρωθυπουργού να αναφέρει τη λέξη «γενοκτονία» στο μήνυμά του για τη θλιβερή επέτειο της 19ης Μαΐου για τον ποντιακό λαό.

Πρόκειται για ανικανότητα; Για νωθρότητα του κ. Μητσοτάκη και των υπουργών του; Η απάντηση είναι όχι. Η αλήθεια είναι πολύ πιο δυσάρεστη και επικίνδυνη. Ο κ. Μητσοτάκης και η σημερινή κυβέρνηση έχουν επιλέξει ως στρατηγικό προσανατολισμό της χώρας όχι απλά τον ρόλο του πρόθυμου και δεδομένου συμμάχου, όπως λέγαμε στο παρελθόν, αλλά πλέον αυτόν του υποτελούς. Με την ελπίδα ότι ο εκάστοτε επικυρίαρχος θα φανεί γενναιόδωρος και θα ανταμείψει την υποτέλεια με την παροχή μιας κάποιας ασφάλειας. Αυτό είναι το μόνο δίλημμα του κ. Μητσοτάκη: σε ποιον ισχυρό να προσφέρει τις καλές του υπηρεσίες.

Δεν είναι μόνο μια επιλογή ταπεινωτική για τον ελληνικό λαό και ασύμβατη με την ιστορία και τους αγώνες του. Είναι μια επιλογή στρατηγικά ανόητη και ενδεχομένως καταστροφική για τα καλώς νοούμενα εθνικά μας συμφέροντα. Γιατί, η μοίρα του υποτελούς διαχρονικά ήταν να υπομένει και να αποδέχεται αδιαμαρτύρητα τις επιλογές του εκάστοτε ηγεμόνα. Οι οποίες, βέβαια, ουδέποτε γίνονται με κριτήριο το δικό του συμφέρον και τις δικές του επιδιώξεις. Η εξωτερική πολιτική ιδιωτικής χρήσεως του κ. Μητσοτάκη δεν είναι μόνο κυνική: δυστυχώς, είναι εξίσου ιστορικά και στρατηγικά ανεπέρειστη. Αν ελπίζει ότι θα ανταμειφθεί για τη στάση του με κάποιου είδους εύνοια έναντι της Τουρκίας, τον περιμένει μια πολύ δυσάρεστη έκπληξη.

Δυστυχώς, το ίδιο ισχύει και για τη χώρα. Η απόρριψη με συνοπτικές διαδικασίες των (αδύναμων) ελληνικών ενστάσεων και η διαφαινόμενη πλήρης συμμετοχή της Τουρκίας στο πρόγραμμα των ευρωπαϊκών εξοπλισμών θα είναι μόνο η αρχή.

Στο Κίνημα Δημοκρατίας πιστεύουμε, πολύ απλά, ότι η Ελλάδα δεν είναι παρίας και ότι – παρά τα βαριά πλήγματα που έχει δεχθεί τα τελευταία 15 χρόνια – εξακολουθεί να έχει σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα που θα μπορούσαν να της προσδίδουν αυξημένο βάρος στον διεθνή, ευρωπαϊκό και περιφερειακό καταμερισμό ισχύος. Υποστηρίζουμε μια ανεξάρτητη, πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική με στόχο την ειρήνη και τη σταθερότητα, χωρίς υποχωρήσεις σε ζητήματα αξιών και αρχών. Θεωρούμε ότι η ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ είναι ασύμβατη με το ευρωπαϊκό αξιακό κεκτημένο, τα ελληνικά και τα ευρωπαϊκά συμφέροντα και επιδιώκουμε την ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία και αλληλεγγύη.

Αυτή η εξωτερική πολιτική, όσο παραμένει στην εξουσία η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη, δεν πρόκειται να γίνει πράξη ποτέ – το αντίθετο. Εμείς οφείλουμε – και μπορούμε – να δώσουμε την εναλλακτική.

Ο Στέφανος Κασσελάκης είναι ιδρυτής και πρόεδρος του Κινήματος Δημοκρατίας