Να σας πω αμέσως πού την πατήσαμε στην υπόθεση της μονής: δεν είχαμε υπολογίσει την ύπαρξη της ανεξάρτητης αιγυπτιακής Δικαιοσύνης. Απορροφημένοι στην περηφάνια και στο καμάρι μας για τη δικιά μας, την ανεξάρτητη ελληνική Δικαιοσύνη, είχαμε παραλείψει να λάβουμε υπόψη ότι μπορεί και εκεί να υπάρχει ανεξάρτητη Δικαιοσύνη, εξίσου απρόβλεπτη και ανεπηρέαστη από τη δική μας φιλία με τον πρόεδρο Αλ-Σίσι. Αφεθήκαμε στις καλές σχέσεις, στα χαμόγελα και τις υποσχέσεις και την πατήσαμε. Γίναμε ρεζίλι στο συγκεκριμένο θέμα και ο Πρωθυπουργός προσωπικώς. Το δε χειρότερο είναι ότι προέκυψε ξαφνικά ένα μεγάλο πρόβλημα στις ελληνοαιγυπτιακές σχέσεις, που μέχρι τώρα ήταν εξαίρετες. Ενα πρόβλημα αξεπέραστο, πολύ φοβάμαι, αφού το αρμόδιο αιγυπτιακό Εφετείο εξέδωσε την απόφασή του.
Ρεζίλι, όμως, έγινε και ο πρόεδρος της Αιγύπτου! Διότι τον ακούσαμε όλοι, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αθήνα, να δεσμεύεται δημοσίως για την ομαλή διευθέτηση του ζητήματος. Τον άκουσε όλος ο κόσμος, γιατί οι διπλωματικοί εκπρόσωποι των τρίτων χωρών παρακολούθησαν την επίσκεψη και ενημέρωσαν τις πρωτεύουσές τους – αυτή είναι η δουλειά τους, σε τελευταία ανάλυση. Δεν μπορούμε, επομένως, να υποψιαζόμαστε τον πρόεδρο της Αιγύπτου ότι μας εξαπάτησε. Το πιθανότερο είναι να εξαπατήθηκε και αυτός, γιατί τέτοια απατεωνιά του αισχίστου είδους δεν ταιριάζει σε αρχηγό κράτους. Μειώνει τον ίδιο και την αξιοπιστία του, αλλά και το έθνος που εκπροσωπεί. Θεωρώ αδιανόητο, λοιπόν, ο πρόεδρος Σίσι να μετείχε στην απάτη. Είναι πολύ έξυπνος άνθρωπος για να κάνει κάτι τόσο ηλίθιο – αν και, βεβαίως, αυτό δεν αποτελεί κανόνα στη ζωή.
Στην υπόθεση της μονής στο Σινά κέρδισε, φοβάμαι, το βαθύ κράτος της Αιγύπτου, στο οποίο ανήκει η διαχείριση των αρχαιοτήτων και της πολιτιστικής κληρονομιάς γενικότερα. Για τους Αιγύπτιους, το θέμα αυτό είναι ταυτοτικό, όπως ακριβώς είναι και για εμάς. Δεν θα μας άρεσε πολύ, νομίζω, αν κάποιοι άλλοι έκαναν κουμάντο σε έναν δικό μας αρχαιολογικό χώρο· ομοίως και οι Αιγύπτιοι. Η Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Σινά είναι ένας πολιτιστικός θησαυρός, με την πλήρη σημασία του όρου. Είναι το λίκνο του ανατολικού μοναχισμού. Εκεί είναι ίσως η κυριότερη από τις πρώιμες εστίες του κινήματος του μοναχισμού, για τον ρόλο και τη σημασία του οποίου στη διαμόρφωση των χριστιανικών Εκκλησιών περιττεύει να πούμε πολλά. Αρκεί να επισημάνουμε ότι, επί αιώνες τώρα, σε Δύση και Ανατολή, μοναχοί διοικούν τους μηχανισμούς που ονομάζουμε Εκκλησίες.
Μαζί με την Ιερουσαλήμ, το Σινά θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι από τους αρχαιότερους προορισμούς προσκυνηματικού τουρισμού στον χριστιανικό κόσμο, διότι από τα τέλη του 4ου αιώνα υπάρχουν γραπτές πηγές που αναφέρουν και μοναστικές κοινότητες, αλλά και προσκυνητές που πήγαιναν να βρεθούν στους τόπους της Εξόδου, εκεί όπου ο Μωυσής παρέλαβε τις δέκα εντολές από τον Θεό. Εκεί ήταν ηγούμενος τον 6ο αιώνα ο Ιωάννης της Κλίμακος, που συνέταξε την περίφημη Κλίμακα (τη διαδικασία της ανόδου προς τον Παράδεισο), ένα από τα σπουδαιότερα κείμενα της ανατολικής πνευματικότητας. Δεν ήταν για πλάκα, λοιπόν, που ο Ιουστινιανός, γύρω στο 550, έβαλε να χτίσουν το μοναστήρι-φρούριο που βλέπουμε και σήμερα. Δεν είναι υπερβολή, επομένως, να χαρακτηρίζουμε τη μονή πολιτιστικό θησαυρό. Είναι από τα σημαντικότερα μνημεία του χριστιανικού ρωμαϊκού κόσμου παγκοσμίως, πολύ περισσότερο επειδή έχει αδιάκοπη λειτουργία 15 αιώνων.
Αυτόν τον θησαυρό ήθελε να βάλει στο χέρι το βαθύ κράτος της Αιγύπτου και, όπως φαίνεται, το πέτυχε. Το ζητούμενο δεν ήταν μόνο η ευθύνη της διαχείρισης – σημειώστε ότι διατηρείται μεν η ανεξαρτησία της μονής, αλλά η επιβίωσή της πλέον εξαρτάται από το αιγυπτιακό κράτος, αφού η περιουσία της έχει δημευθεί. Εξίσου σημαντική, πιστεύω, ήταν και η σκοπιμότητα της τουριστικής εκμετάλλευσης. Η κατασκευή του οικολογικού μεγαθηρίου παραπλεύρως μιλάει από μόνη της. Με τη μονή εξαρτημένη πλέον από την καλοσύνη του αιγυπτιακού κράτους (που είμαι βέβαιος ότι είναι αστείρευτη), η Αίγυπτος έχει φτιάξει στο Σινά το τέλειο θεματικό πάρκο για θρησκευόμενους!
Είναι προφανές λοιπόν το συμφέρον, οικονομικό και εθνικό, για την Αίγυπτο από την τροπή που πήρε η υπόθεση. Αυτή είναι η απλούστερη εξήγηση και, αν πιστέψουμε τον Οκαμ και δανειστούμε το ξυράφι του, μάλλον και η πιθανότερη.