Αν περιδιάβαζε ένας αλλοδαπός, ένας έξω από ‘δω, τα ελληνικά σόσιαλ μίντια το περασμένο Σαββατοκύριακο, θα έμενε με την εντύπωση ότι δεν υπάρχει πιο θεατρόφιλος λαός από εμάς τους Ελληνες. Και πιο διανοούμενος και πιο βαθύς γνώστης της δομής του αρχαίου δράματος και πιο αναλυτής του λόγου του Σοφοκλή και πιο απ’ όλα τέλος πάντων, για να τελειώνουμε. Τόσες φωτογραφίες πια στο θέατρο της Επιδαύρου και λίγο προφίλ και λίγο ανφάς και λίγο την ορχήστρα και λίγο τις κερκίδες και λίγο το ηλιοβασίλεμα και οπωσδήποτε φόντο το πρόγραμμα της παράστασης και πρώτο πλάνο το νύχι το τεράστιο το γυπαετού και λίγο με την τάδε ηθοποιό του δείνα σίριαλ, ούτε στη συναυλία του Ρέμου στο Nammos. Που, μεταξύ μας, ως προς το κοινό, δεν υπάρχουν πια και πολύ μεγάλες διαφορές. Μην πω ότι είναι το ίδιο. Και τουλάχιστον, στον Ρέμο δεν υποδύεται ότι είναι κάτι άλλο. Στην Επίδαυρο, όμως, μόλις περάσουν την ταμπέλα προς Λυγουριό, νομίζουν ότι εγκαθίστανται εντός τους το πνεύμα της Ελένης Χαλκούση (που το πιθανότερο είναι να μην ξέρουν ποια ακριβώς είναι).
Στην πρώτη παράσταση της επετειακής σεζόν για τα 70 χρόνια του Φεστιβάλ Αθήνας και Επιδαύρου, στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Ούλριχ Ράσε, αριβάρισε (εκτός βέβαια από τους πραγματικά θεατρόφιλους) σύσσωμη η ελαφρά ταξιαρχία των ελληνικών σόσιαλ. Που τον τελευταίο καιρό, δεν ξέρω γιατί, ανάμεσα σε Βίσση και Ρέμο, βρίσκει και μια χαραμάδα για να στριμώξει μια «Αντιγόνη» σήμερα, μια «Μήδεια» αύριο, ποιος ξέρει τι μεθαύριο. Κατ’ αρχάς δεν είναι κακό. Ολοι και σε οποιανδήποτε ηλικία, έχουν το δικαίωμα να ανακαλύψουν άλλες διαστάσεις του έως τότε γνωστού τους τοπίου. Φτάνει να έχουν επίγνωση ότι στο αρχαίο δράμα δεν πας όπως πας σε ένα νυχτερινό κέντρο. Δηλαδή ρίχνεις κάτι επάνω σου, βάζεις ένα salt water στο μαλλί, ψεκάζεσαι και με λίγο Acqua di Gio και καλωσήρθαμε.
Θέλει εκπαίδευση το αρχαίο δράμα και μάλιστα από τα πρώιμα νιάτα σου. Πρέπει να εξοικειωθείς με τη γλώσσα και το πνεύμα του. Που σημαίνει ότι δεν φτάνει να έχεις δει κάποιες άλλες παραστάσεις του ίδιου έργου. Πρέπει να έχεις διαβάσει το κείμενο αλλά και να το έχεις επεξεργαστεί ψυχικά σε διάφορες φάσεις της ζωής σου. Διότι αλλιώς «διαβάζεις» την «Αντιγόνη» στα 20 και αλλιώς στα 50 σου. Βέβαια, ο ρόλος της Τέχνης είναι να συγκινεί ακόμη και αν δεν ξέρεις τίποτα γι’ αυτό που βλέπεις. Μου έχουν διηγηθεί ιστορίες με χωρικούς από το Λυγουριό που δεν ήξεραν να διαβάζουν και όταν είδαν για πρώτη φορά αρχαίο δράμα αναλύθηκαν σε δάκρυα. Αλλά αυτοί τουλάχιστον δεν έκαναν μετά κριτική.
Διότι οι «ελαφριές ταξιαρχίες» είναι και του δόγματος ότι αν πας στην Επίδαυρο και δεν κάνεις μετά σχόλια, καλύτερα να κάτσεις στο σπίτι σου και να δεις την Κονιόρδου στη «Γη της Ελιάς». Αλλά τα σχόλια αποκαλύπτουν τις άγνοιές τους. Πρώτα απ’ όλα απ’ το λανγκάζ που παραπέμπει στο Master Chef τύπου «ενδιαφέρουσα προσέγγιση» ή «κρατάω κάποια πράγματα». Από τις παρατηρήσεις που έχουν ίσως σημασία σε λαϊκές συναυλίες αλλά ουδεμία σε παραστάσεις στην Επίδαυρο. Από τις copy paste φράσεις. Ασε δε που από τη συγκεκριμένη παράσταση τους έλειψε λένε το χορικό περί έρωτα. Και εν τω μεταξύ, οι περισσότεροι το έχουν ακούσει μόνο στο «Ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο».
Πού είναι ο Κρέων
Εκτός όμως από τις ελαφρές υπάρχουν και οι «ερυθρές» ταξιαρχίες. Που ήταν veryχολοσκασμένες διότι ο σκηνοθέτης επικεντρώθηκε στον Κρέοντα. Ο οποίος είναι ουσιαστικά το τραγικό πρόσωπο του έργου καθώς είναι αυτός που αντιμετωπίζει ηθικά διλήμματα (αν και δεν είναι ο αρχετυπικός σοφόκλειος ήρωας που είναι παρών ακόμη και όταν δεν εμφανίζεται). Αλλά τι περιμένεις από ένα κοινό που πριν από δύο χρόνια αποθέωνε τον Γεράσιμο Σκιαδαρέση διότι φορούσε μακό με τη φράση «Κρέοντα γα…σαι»;